Please use this identifier to cite or link to this item: http://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/28449
Title: Η Ελλάδα και η Μεγάλη Βρετανία 1830-1941
Authors: Μπούσης, Βασίλειος
Keywords: Ελλάδα
Μεγάλη Βρετανία
Issue Date: 2023
Publisher: Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Abstract: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξεταστούν οι σχέσεις της Μεγάλης Βρετανίας και της Ελλάδας κατά την περίοδο 1830-1941. Το ενδιαφέρον για τη διεξαγωγή αυτής της ερευνητικής προσπάθειας έγκειται σε πολλούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι πως η Βρετανία υπήρξε παραδοσιακά ένας σύμμαχος της Ελλάδας τόσο κατά την ανεξαρτητοποίησή της το 1830, όσο και στη μετέπειτα πορεία της, όπως στην προσπάθεια υλοποίησης της Μεγάλης Ιδέας, αλλά επίσης και στην προετοιμασία της Ελλάδας για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, όμως, η Βρετανία μέσω της υποστήριξής της στην Ελλάδα, προσπαθούσε να διασφαλίσει τα δικά της συμφέροντα στην περιοχή, κάτι που οδήγησε εν μέρει σε αντιφάσεις ως προς την εξωτερική της πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, όπως στην εκστρατεία στη Μικρά Ασία και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και αυτό συνιστά τον δεύτερο λόγο. Ένας ακόμη λόγος απορρέει από το ότι, η Ελλάδα, ήδη από την αρχή της δημιουργίας της ως ανεξάρτητο κράτος τάχθηκε στο πλευρό της Βρετανίας, θεωρώντας ότι πρόκειται για έναν σύμμαχο βάσει του οποίου θα μπορούσε να διασφαλίσει την εδαφική της ακεραιότητα στο έντονα ανταγωνιστικό βαλκανικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο, αλλά και τον οποίο μπορούσε να αξιοποιήσει για την οικονομική της ανάπτυξη. Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας υπαγόρευε, από τη βρετανική πλευρά την προστασία της και από την ελληνική πλευρά την ευθυγράμμισή της, με τη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο. Ωστόσο, όπως θα καταδείξει η ανάλυση, το γεγονός πως η Ελλάδα βασίστηκε στη Βρετανία δεν οδήγησε πάντοτε σε επιτυχία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εκστρατεία στη Μικρά Ασία. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η βρετανική υποστήριξη ήταν καταλυτική για την αποτελεσματική προετοιμασία της χώρας πριν από την είσοδό της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από την μεριά της Βρετανίας, υπήρχε μία συνεχής προάσπιση των συμφερόντων της στη Μεσόγειο. Γενικό πλαίσιο των σχέσεων έως το 1830 Μία πρώτη ένδειξη της εξωτερικής πολιτικής της Μεγάλης Βρετανίας έναντι της Ελλάδας παρέχεται, ήδη, από τη θέση της κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός πως, η Ελληνική Επανάσταση δεν συζητήθηκε συχνά ούτε στη Βουλή των Κοινοτήτων ούτε στη Βουλή των Λόρδων, ειδικά σε σύγκριση με άλλα σημαντικά ζητήματα της εποχής εκείνης. Συνολικά, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας μετά την ανεξαρτησία της το 1830 υπόκειται σε εξωτερική επιρροή. Δημιουργία διπλωματικών σχέσεων Ελλάδας-Μεγάλης Βρετανίας Ένα σημείο που αξίζει να τονιστεί σχετικά με την περίοδο αυτή είναι οι σημαντικές αντιδράσεις που υπήρξαν, έναντι του Καποδίστρια, στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Παράλληλα, την περίοδο αυτή η Ελλάδα διερχόταν από μία σημαντική οικονομική κρίση. Η Μεγάλη Βρετανία και τα Ιόνια Νησιά Τα νησιά του Ιονίου δεν εντάχθηκαν υπό οθωμανική κυριαρχία, αλλά αντίθετα παρέμειναν Ενετικά μέχρι το 1797, όπου πέρασαν υπό γαλλική, ρωσική και βρετανική κυριαρχία, αποτελώντας βρετανικό προτεκτοράτο κατά την περίοδο 1815 - 1864 Η Μεγάλη Βρετανία απέναντι στη Μεγάλη Ιδέα Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων που προηγήθηκαν της δημοσίευσης του συντάγματος του 1844, ο Ιωάννης Κωλέττης επινόησε για πρώτη φορά την έκφραση «Μεγάλη Ιδέα». Αποτελούσε μια οραματική εθνικιστική φιλοδοξία που επρόκειτο να κυριαρχήσει στις εξωτερικές σχέσεις και σε σημαντικό βαθμό, να καθορίσει την εσωτερική πολιτική του ελληνικού κράτους για ένα μεγάλο μέρος του πρώτου αιώνα της ανεξάρτητης ύπαρξής του. Οι δολοφονίες στο Δήλεσι Τα γεγονότα στο Δήλεσι δεν θα πρέπει να εξεταστούν αποσπασματικά, αλλά ως μέρος της εξωτερικής πολιτικής της Βρετανίας. Η περίοδος 1864 - 1870 χαρακτηρίστηκε ως κρίσιμη καθώς η κυβέρνηση φαινόταν πολύ αδύναμη στην υπεράσπιση των συμφερόντων και των αξιών της Βρετανίας. ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1900-1941 Γενικό πλαίσιο Εν μέσω του ασταθούς και ταχέως μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος στα Βαλκάνια κατά το τέλος του 19ου και την έναρξη του 20ου αιώνα, οι Βαλκανικοί πόλεμοι ήταν μια ευκαιρία που απαίτησαν είτε την ανάμειξη είτε την αποχή της Ελλάδας από τις περιφερειακές εξελίξεις, χαράσσοντας μια σαφή πορεία προς τον πρωταρχικό της στόχο: την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας. Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου οι δύο κύριες πηγές ανησυχίας των ελληνικών εξωτερικών υποθέσεων, κατά τα χρόνια του Μεσοπολέμου ήταν ο ρεβιζιονισμός της Βουλγαρίας και οι εδαφικές απαιτήσεις κατά της Ελλάδας, στην προσπάθειά της να βρει διέξοδο στο Αιγαίο, καθώς και ο ιταλικός σχεδιασμός για μια νέα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στη Μεσόγειο. Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος Η Ελλάδα διχάστηκε από το «Εθνικό Σχίσμα», μια «διαίρεση» της χώρας σε ασυμβίβαστα στρατόπεδα που υποστήριζαν είτε τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ είτε τον πρωθυπουργό του, Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Μεταξάς διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στα γεγονότα του Εθνικού Σχίσματος και έκανε μεγάλες προσπάθειες για να εμποδίσει την ελληνική κυβέρνηση να συμμαχήσει με την Αντάντ . Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία Για την Ελλάδα, μια από τις σημαντικότερες συνέπειες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1919-1922 και η μικρασιατική καταστροφή. Η στρατιωτική ήττα αποδόθηκε κυρίως στην εγκατάλειψη της Ελλάδας από τους συμμάχους της μετά την νίκη των βασιλικών στις εκλογές του 1920. Το αποτέλεσμα ήταν η Συνθήκη της Λωζάνης. Η περίοδος του μεσοπολέμου και της πορείας προς τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο 1923-1933: η περίοδος μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης και πριν το Βαλκανικό Σύμφωνο Μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, η Ελλάδα ακολούθησε μια πολιτική status quo. Έχοντας μακρά σύνορα προς τα βόρεια με την Αλβανία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία, κύριο μέλημα της Αθήνας ήταν να αποτρέψει τις νοτιοσλαβικές χώρες στο να εξασφαλίσουν διέξοδο στο Αιγαίο. Το Βαλκανικό Σύμφωνο Το 1934 υπογράφηκε το βαλκανικό σύμφωνο μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Ρουμανίας και Γιουγκοσλαβίας, το οποίο αποσκοπούσε στη διατήρηση του status quo στα Βαλκάνια και την αντιμετώπιση των βουλγαρικών, ουγγρικών και αλβανικών ρεβιζιονιστικών φιλοδοξιών. Συνολικά, επομένως, το Βαλκανικό Σύμφωνο υπογράφηκε λόγω των ανησυχιών των βαλκανικών δυνάμεων (Ελλάδα, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία) της ρεβιζιονιστικής πολιτικής της ναζιστικής Γερμανίας. Το πραξικόπημα του 1935 Την 1η Μαρτίου 1935, σημαντικό μέρος του στρατού και του ναυτικού εξεγέρθηκε υπό την ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου (Χατζηβασιλείου, 2010, σελ. 70; Rizas, 2011, σελ. 148), με αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη να εμπλέκουν την Ιταλία. Η κρίση της Αβησσυνίας Η σημασία της Ελλάδας για τη Βρετανία αυξήθηκε το καλοκαίρι του 1935 ως άμεση συνέπεια της κρίσης της Αβησσυνίας. Πλέον, η Βρετανία, θεωρούσε την Ελλάδα, την έχουσα μίας στρατηγικής θέσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Βρετανία είχε μετατοπίσει την προσοχή της από τα οικονομικά και εμπορικά της συμφέροντα, στα στρατηγικά. Η άνοδος του Μεταξά Η μη τήρηση ουδετερότητας από μέρους της Ελλάδας και η μεγαλύτερη πρόσδεση στη Βρετανία οφείλεται και σε έναν ακόμη παράγοντα: την άνοδο του Ιωάννη Μεταξά στην κυβέρνηση. Έπειτα από τις εκλογές στις 26 Ιανουαρίου 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς, τον Απρίλιο, έλαβε εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση. Σε μία προσπάθεια, αποφυγής των κοινωνικών αναταραχών και τερματισμού της πολιτικής αστάθειας των τελευταίων ετών, ο Βασιλιάς Γεώργιος Β δίνει εντολή, επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, υπό τον Ιωάννη Μεταξά ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Κατά την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, η Ελλάδα στράφηκε για βοήθεια στις Μεγάλες Δυνάμεις. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1820, ωστόσο, η Βρετανία διαπίστωσε πως το συμφέρον της θα ήταν, η υποστήριξη της Ελλάδας, καθώς στην περίπτωση της ανεξαρτησίας της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα έπρεπε να είναι υπό βρετανικό έλεγχο, λόγω της στρατηγικής της θέσης στη Μεσόγειο και ως εκ τούτου, αυξάνονταν τα συμφέροντα της Βρετανίας στην περιοχή. Την περίοδο 1919 - 1921 η Βρετανία υποστήριξε την Ελλάδα στην εκστρατεία της στη Μικρά Ασία. Αμέσως μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, δόθηκε έμφαση στη διατήρηση του status quo, από μέρους της Ελλάδας. Η προσπάθεια διατήρησης του status quo από μέρους της Ελλάδας, σε συνδυασμό με τα γεγονότα στην εσωτερική πολιτική σκηνή και τη γενικότερη αστάθεια που επικρατούσε κατά το διάστημα του μεσοπολέμου ιδίως στα Βαλκάνια οδήγησαν στην υπογραφή του Βαλκανικού Συμφώνου το 1934. Η κρίση στην Αβυσσηνία το 1935 τόνισε από τη μία πλευρά, τη σημασία της στρατηγικής θέσης της Ελλάδας για τη Βρετανία και από την άλλη, τη σημασία της υποστήριξης της Βρετανίας στην Ελλάδα. Μετά την άνοδό του στην εξουσία το 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς, σε μια εποχή όπου οι εντάσεις στην Ευρώπη αυξάνονταν λόγω της ραγδαίας ενίσχυσης της Γερμανίας και του ρεβιζιονισμού της, σχετικά με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και τη μεταπολεμική ευρωπαϊκή τάξη, κήρυξε επίσημα πολιτική ουδετερότητας και διατήρησης του status quo στα Βαλκάνια. Ο αντιφατικός χαρακτήρας της εξωτερικής πολιτικής του Μεταξά είναι προφανής, καθώς προσπαθούσε να κρατήσει την Ελλάδα ουδέτερη. Σε μία προσπάθεια διευκρίνησης του επίσημου στόχου του καθεστώτος του Μεταξά για ουδετερότητα, για συμφωνίες με Ιταλία και ιδίως Γερμανία, αλλά και για τις παράλληλες φιλοβρετανικές ενέργειές του, παρουσιάζονται οι λόγοι και πιο αναλυτικά. Ο πρώτος λόγος δίνει έμφαση στους εσωτερικούς πολιτικούς παράγοντες και ήταν η εξάρτηση του καθεστώτος Μεταξά από τον βασιλιά Γεώργιο όσον αφορούσε στην πολιτική του επιβίωση. Ωστόσο, δεν μπορεί να υποστηριχθεί το γεγονός πως η εξάρτηση από τον φιλοβρετανό βασιλιά για τη διατήρηση του καθεστώτος του Μεταξά ήταν ο κύριος λόγος για τη φιλοβρετανική εξωτερική πολιτική του τελευταίου. Αυτή η γεωγραφική θέση θα πρέπει να ιδωθεί, υπό το πρίσμα των απειλών για την ίδια τη χώρα και της εξυπηρέτησης των βρετανικών συμφερόντων. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να σημειωθεί και η στροφή της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας κατά την περίοδο 1935-1940. Τέλος, ένας τελευταίος λόγος, ο οποίος εξηγεί τη στάση του Ιωάννη Μεταξά, σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, έναντι στη Βρετανία ήταν η σταδιακή μείωση της σημασίας του Βαλκανικού Συμφώνου και η παρακμή του συστήματος συλλογικής ασφάλειας που διαμορφώθηκε στη βάση αυτού του Συμφώνου. Η θεωρία του ρεαλισμού και ειδικότερα του δομικού ρεαλισμού, σε συνδυασμό με τη συνεκτίμηση της σημαντικής γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ερμηνεία της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας έναντι της Βρετανίας. Ο δομικός ρεαλισμός θεωρεί, επίσης, ότι η επιδίωξη της εξουσίας είναι πρωταρχικής σημασίας στις διεθνείς σχέσεις. ΕΠΙΛΟΓΟΣ Η παρούσα εργασία εξέτασε τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Μεγάλη Βρετανία κατά την περίοδο από την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας το 1830 μέχρι την είσοδό της στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το 1940. Παρουσιάστηκαν τα κυριότερα γεγονότα αυτής της περιόδου με έμφαση στο πώς διαμορφώθηκαν οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, η έκβαση αυτών, ενώ έγινε και μία προσπάθεια ερμηνείας τους. Ωστόσο, διαπιστώθηκε πως η πολιτική τόσο από μέρους της Βρετανίας, όσο και από μέρους της Ελλάδας, καθορίστηκε και από έναν ακόμη σημαντικό παράγοντα: των πολιτικών των άλλων χωρών. Αυτό το ζήτημα εξετάστηκε μόνο συνοπτικά και επικουρικά της ανάλυσης των σχέσεων των δύο χωρών. Συνεπώς, κρίνεται ενδιαφέρουσα η περαιτέρω διερεύνηση του ρόλου άλλων μεγάλων δυνάμεων στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής από μέρους της Ελλάδας και ειδικότερα της Βρετανίας. Έμφαση αξίζει να δοθεί ιδιαίτερα στον παράγοντα της Ρωσίας, καθώς από τη μία πλευρά υπήρξε σύμμαχος της Βρετανίας, ενώ από την άλλη η βρετανική εξωτερική πολιτική καθοδηγείτο εν μέρει από την αποτροπή της αύξησης της επιρροής της, πρωτίστως στην Ελλάδα.
Description: Διπλωματική εργασία--Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2023.
URI: http://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/28449
Rights: CC0 1.0 Παγκόσμια
Appears in Collections:ΔΠΜΣ Διεθνείς Σχέσεις και Ασφάλεια (M)

Files in This Item:
File Description SizeFormat 
BousisVasileiosMsc2023.pdf603.5 kBAdobe PDFView/Open


This item is licensed under a Creative Commons License Creative Commons