Please use this identifier to cite or link to this item: http://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/20234
Author: Μπαχάρης, Κωνσταντίνος
Title: Οι στρατηγικές επιλογές των κρατών – μελών της ΕΕ με στόχο την ισχύ και την αντιμετώπιση απειλών – προκλήσεων ασφάλειας και άμυνας, υπό το πρίσμα της ΕΠΑΑ: η ελληνική διάσταση
Date Issued: 2015
Department: Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στις Διεθνείς Σπουδές
Supervisor: Βοσκόπουλος, Γεώργιος
Abstract: Το ερώτημα είναι απλό, ειλικρινές και διαχρονικό: γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη; Ή αντίστροφα, σε τι οφείλεται η εθνική επιτυχία των κρατών, που αντικατοπτρίζεται στην ισχύ τους; Είναι η κουλτούρα; Η γεωγραφία; Οι πόροι; Το κλίμα; Είναι οι θεσμοί; Είναι οι συμμαχίες; Η στρατηγική; Οι ροές ενέργειας; Υπάρχει πλήθος ιστορικών παραδειγμάτων και είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ποιες χώρες έχουν ισχύ και ευημερούν. Συνεπώς, τι εμποδίζει τα κράτη να μιμηθούν τις ισχυρές χώρες, να μεταφυτεύσουν θεσμούς και κρατικούς μηχανισμούς προσαρμοσμένους στις δικές τους ιδιαιτερότητες; Γιατί προσπαθούν να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους χρησιμοποιώντας στρατηγικά παίγνια, όπως αυτό του μηδενικού αθροίσματος, ακόμα και στις περιπτώσεις ομοσπονδιών ή πανομοιότυπων οικοδομημάτων, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ); Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) εξακολουθεί να αποτελεί ακόμα και σήμερα ένα νέο πολιτικό σύστημα υπό διαμόρφωση. Διαμόρφωση από την οικονομική και νομισματική στην πολιτική ενοποίηση. Πρόκειται για διαδικασία που έχει ξεκινήσει από την επομένη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με στόχο τα συμμετέχοντα κράτη να καταστούν πετυχημένα με τη δημιουργία ενεργού και διευρυμένου χώρου ειρήνης, ανάπτυξης αλλά και διαχείρισης της πολιτισμικής τους ετερότητας. Μέσα από αυτή την πορεία διαμόρφωσης αναδείχθηκαν πρωτίστως οι μορφές εκείνες επιρροής και ισχύος που ευσύνοπτα αποτυπώνονται στις έννοιες της «ήπιας ισχύος» και της «οικονομικής ισχύος». Η κυριαρχία μεταβάλλεται λόγω έντονων ρυθμών συνεργασίας, με τα κράτη-μέλη (Κ-Μ) της ΕΕ να διαπραγματεύονται την επιρροή τους στα εσωτερικά των άλλων κρατών. Η ΕΕ δύναται να επιβάλλει δεσμευτικούς κανόνες για τα μέλη της σε κάποιους τομείς. Σε αυτόν τον τύπο στενής κοινότητας, ασφάλειας και συνεργασίας, οι συγκρούσεις ανάμεσα στα Κ-Μ θεωρούνται αδιανόητες. Ωστόσο η αμείωτη ένταση με την οποία αναδύονται ζητήματα ασφαλείας και άμυνας στο πεδίο των Διεθνών Σχέσεων γεννά και το οντολογικό ερώτημα εάν πράγματι υφίσταται μια αμιγής στρατηγική στα πεδία της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) και της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφαλείας και Άμυνας (ΕΠΑΑ) ή σωστότερα της Κοινής Πολιτικής Ασφαλείας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) της ΕΕ, όπως καθορίζεται στη ΣΕΕ. Αποκαλύπτεται ότι το πρωτοφανές αυτό ενωσιακό εγχείρημα, που συνδυάζει αντίθετες συνισταμένες διακυβερνητικού και ομοσπονδιακού-υπερεθνικού χαρακτήρα, οδηγεί σε συνθήκες αδράνειας σε συλλογικό (ευρωπαϊκό) πολιτικό επίπεδο και, κατ’ επέκταση, σε επίπεδο ΚΕΠΠΑ και ΕΠΑΑ. Το αντικείμενο της άμυνας και της ασφάλειας σε μια πολιτεία χωρίς κράτος, όπως έχει οριστεί η ΕΕ παραμένει μετέωρο. Αυτή η αδράνεια εντοπίζει δύο τύπους κρατών στο εσωτερικό της ΕΕ, τα ισχυρά (Βορράς) και τα αδύναμα (Νότος). Τα μεν πρώτα προσκολλώνται ολοένα και περισσότερο στην παραδοσιακή θεωρία των Διεθνών Σχέσεων, αυτήν του ρεαλισμού, και στη βάση της παραδοχής πως τα ισχυρά κυρίαρχα κράτη προωθούν την ευημερία των πολιτών τους, ενώ αντίθετα τα αδύναμα κράτη εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν την άποψη αυτή, έχοντας ως ελάχιστο κοινό παρονομαστή την επιβίωσή τους και τη διατήρησή τους στο Διεθνές Σύστημα. Στην πάροδο του χρόνου εκτιμήθηκε ότι η διαδικασία της ενοποίησης, παρά την αντίθετη πρόθεση, βοήθησε τη βιωσιμότητα του έθνους-κράτους εντός της ΕΕ. Παράλληλα η σταδιακή ανάπτυξη της ΕΠΑΑ και της ΚΕΠΠΑ από την ΕΕ συνιστά μια σοβαρή προσπάθεια μετουσίωσης της αναμφισβήτητης οικονομικής ευρωστίας σε μια ενιαία στρατιωτική δύναμη ενός ρευστού διεθνούς περιβάλλοντος, που αναζητά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τη δική του ισορροπία. Όμως αυτή η μεταβίβαση εξουσιών σε μη εθνικά κέντρα λήψης αποφάσεων, που αποτελεί συνειδητή απόφαση των Κ-Μ της ΕΕ και νομιμοποιείται από τη Συνθήκη Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ) και τη Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), χαρακτηρίζεται όχι απλά ως ιδιομορφία, αλλά και ως επικίνδυνη φιλοδοξία για Κ-Μ που έχουν την ατυχία η απειλή να βρίσκεται προ των πυλών. Τα ισχυρότερα Κ-Μ μέσω εθνικών πολιτικών και συμφερόντων επιλέγουν το βαθμό συνεργασίας και συμμετοχής στην ΕΠΑΑ και στην ΚΕΠΠΑ, εφαρμόζοντας υποδειγματικά την Real Politic και στη συνέχεια, μέσω διακυβερνητικού χαρακτήρα διαδικασίες, αποφασίζουν τον συλλογικό ή όχι τρόπο δράσης, αγνοώντας ότι το άναρχο διεθνές σύστημα τιμωρεί όποιον θέτει υπέρμετρα φιλόδοξους στόχους που ξεπερνούν τα μέσα που διαθέτει. Ενώ την ίδια στιγμή τα ανίσχυρα Κ-Μ της ΕΕ εξακολουθούν να συναινούν, πολλές φορές ενάντια στα εθνικά τους συμφέροντα, με βάση τη λογική της ομαδοσκέψης, με σκοπό τη συμμετοχή τους στο μοίρασμα των λαφύρων αυτής της ιδιότυπης συμμαχίας. Η απουσία μιας συν-αντίληψης των Κ-Μ σε θέματα συλλογικής άμυνας και ασφάλειας αφορά σε πολύ μεγάλο βαθμό την Ελλάδα. Η ελληνική διάσταση του προβλήματος της άμυνας και της ασφάλειας φαίνεται να μην επηρεάζει τα υπόλοιπα Κ-Μ. Στα εθνικά θέματα η Ελλάδα δεν πέτυχε τον στόχο της στη μέχρι τώρα ευρωπαϊκή της πορεία, παρά το γεγονός ότι θεωρεί τη συμμετοχή της στην ΕΕ αποτρεπτικό παράγοντα. Όλα καταδεικνύουν ότι η ΚΕΠΠΑ, ως κοινός τόπος και συνισταμένη πολλών ευρωπαϊκών πολιτικών, αδυνατεί να ανταποκριθεί μέχρι τώρα στις προσδοκίες της Ελλάδας, ενώ είναι πρόδηλη, ακόμα και στους κόλπους της ΕΕ, η προσκόλληση των Κ-Μ σε παραδοσιακές θεωρήσεις και εργαλεία των Διεθνών Σχέσεων. Φαίνεται ότι οι πολιτικές ιδέες δεν αλλάζουν πολύ, καταδικάζοντας την όποια καινοτομία, και πως ό,τι λησμονήθηκε επανεμφανίζεται, όπως η ρήση του Θουκυδίδη: «...Ο ισχυρός προχωρεί όσο του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του…» Τα κύρια σημεία της συγκεκριμένης διπλωματικής εργασίας αναλύονται εκτενώς μέσα από κεφάλαια που περιέχουν συγκεκριμένους ορισμούς και έννοιες με σκοπό την κατανόηση της υψηλής (εθνικής) στρατηγικής των κρατών και ειδικότερα των Κ-Μ της ΕΕ, των στρατηγικών επιλογών που έχουν στη διάθεσή τους για να επιτευχθούν οι στόχοι τους, με απώτερο σκοπό όχι μόνο την επιβίωσή τους στο διεθνές σύστημα, αλλά και αυτό που τα κράτη στο σύνολό τους επιθυμούν, την ΙΣΧΥ. Η βαρύτητα της συγκεκριμένης διπλωματικής εστιάζεται στο γεγονός ότι αναλύει την ΚΕΠΠΑ και την ΕΠΑΑ όχι μόνο από την πλευρά της στρατηγικής κουλτούρας και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της ΕΕ, αλλά και από την πλευρά της ολιστικής αντιμετώπισης των απειλών και προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ΕΕ ως σύνολο, αλλά και τα Κ-Μ ως μονάδες του διεθνούς συστήματος. Αναφέρεται στην ιστορική διαδρομή της Ευρωπαϊκής Άμυνας και Ασφαλείας, στη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου της ΚΕΠΠΑ, καθώς και των αποστολών και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της ΕΕ. Τονίζεται το είδος δρώντα που αποτελεί η ΕΕ, ο ρόλος του ΝΑΤΟ, η διαφορά με τον ατλαντικό εταίρο, τις ΗΠΑ και το αντίκτυπο που έχει αυτό στον τομέα της εξωτερικής της πολιτικής και στον τομέα της άμυνας και ασφάλειας. Τέλος οι ανεπάρκειες και τα πλεονεκτήματα της ΕΠΑΑ και της ΚΕΠΠΑ αναλύονται μέσα από την ελληνική διάσταση, όσον αφορά τα εθνικά θέματα άμυνας και ασφάλειας, δηλαδή το ποσοστό που αυτά τα θέματα έχρησαν λεπτομερούς προσοχής και ουσιαστικής συλλογικής αντιμετώπισης από την ΕΕ και άλλα Κ-Μ. Η διπλωματική εργασία θα ολοκληρωθεί με αξιολόγηση, διαπιστώσεις και συμπεράσματα για την προοπτική που έχουν η ΚΕΠΠΑ και η ΕΠΑΑ στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα στη διαδικασία ολοκλήρωσής της, καθώς και με προτάσεις για την υψηλή (εθνική) στρατηγική που επιτακτικά πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα.
Information: Διπλωματική εργασία--Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2015.
Rights: Attribution-NoDerivatives 4.0 Διεθνές
Appears in Collections:ΠΜΣ Διεθνείς Σπουδές (M)

Files in This Item:
File Description SizeFormat 
BacharisKonstantinosMsc2015.pdf1.19 MBAdobe PDFView/Open


This item is licensed under a Creative Commons License Creative Commons